[gr/en] Φωτιά στις Φυλακές: Κέντρα Κράτησης και η βίαιη, ρατσιστική κρατική πρακτική απέναντι στην μετανάστευση | Fire to the Prisons: Detention Centres and the Violent and Racist State-Practice Towards Migration

+++ English below +++

Η μετανάστευση είναι ένα υποκειμενικό και πολυδιάστατο ταξίδι. Πρόκειται για το άμεσο αποτέλεσμα της Ευρωπαϊκής μηχανής πολέμου, της νεο-αποικιοκρατίας, της βίας και της εκμετάλλευσης. Χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα και αμέτρητα εμπόδια. Τα εμπόδια αυτά υπάρχουν κυρίως λόγω ενός συμπλέγματος θεσμών και πρακτικών που ανοίγουν το δρόμο για διαφορετικές μορφές βίας, με βασικό στόχο την αποτροπή της ίδιας της μετανάστευσης. Τα τελευταία 10 χρόνια οι Ευρωπαϊκές πρακτικές γύρω από τη μετανάστευση έχουν διευρυνθεί και κλιμακωθεί σταδιακά και αποφασιστικά, στοχοποιώντας κατηγορηματικά και όλο και πιο επιθετικά τα άτομα που μετακινούνται. Η σωματική και ψυχολογική βία που περιβάλλει τα σύνορα και τους θεσμούς τους επεκτείνεται σκόπιμα σε ολόκληρο το ταξίδι της μετανάστευσης μέσω των γενικών στρατηγικών “αντιμετώπισης” των μεταναστευτικών ροών πριν καν φτάσουν τα ευρωπαϊκά σύνορα, και του εντατικοποιημένου ελέγχου με πρόσχημα την ασφάλεια, με τη φυλάκιση να χρησιμοποιείται ως βασικό εργαλείο.

Η εξέλιξη αυτή φαίνεται μέσα από συμφωνίες της ΕΕ με σημαντικές χώρες-περάσματα όπως η Τουρκία, η Λιβύη και η Τυνησία, στοχεύοντας να αποτρέψουν άτομα να περνούν τα σύνορα και στηρίζοντας έμπρακτα τοπική αστυνομία και παραστρατιωτικές οργανώσεις, οι οποίες συλλαμβάνουν βίαια και φυλακίζουν άτομα που μετακινούνται. Η απώθηση αυτή των μεταναστευτικών ροών συνδέεται άμεσα με την αυξανόμενη βία στα σύνορα μέσω καθημερινών επαναπροωθήσεων, κρατικών δολοφονιών όπως στην Πύλο το 2023 και πολλές άλλες και με την γενικότερη στρατιωτικοποίηση των συνόρων και των θεσμών τους. Τα άτομα που φτάνουν στην Ευρώπη παρόλη την προσπάθεια αποτροπής αντιμετωπίζονται όλο και περισσότερο ως εγκληματίες με διαφορετικούς τρόπους, με στόχο να φυλακιστούν ξανά: μερικές φορές υπό την κατηγορία της εμπορίας ανθρώπων, κάτι για το οποίο εκτίουν ποινή το 20% των κρατούμενων στις ελληνικές φυλακές, ενώ άλλες φορές φυλακίζονται στα διοικητικά κέντρα κράτησης.

Ο πόλεμος της Ελλάδας απέναντι στα μεταναστά, στο Ευρωπαϊκό πλαίσιο

Το ελληνικό σύστημα καταπίεσης μεταναστών πρέπει να γίνει κατανοητό μέσα στις ευρύτερες ευρωπαϊκές συνθήκες. Την τελευταία δεκαετία, παρά τις αλλαγές στην πολιτική ηγεσία, το ελληνικό κράτος έχει οικοδομήσει ένα συστηματικό πλαίσιο καταπίεσης το οποίο τώρα παίρνει σάρκα και οστά. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η φυλάκιση εργαλειοποιείται στρατηγικά, σηματοδοτώντας αποφασιστικά την μετάβαση της Ελλάδας στο μεταναστευτικό ταξίδι από μία χώρα-πέρασμα σε ένα κράτος-φυλακή μέσα στα ευρωπαϊκά σύνορα. Η εδραίωση της Ελλάδας ως ευρωπαϊκή φυλακή μεταναστών, μαζί με τις συμφωνίες με τις άλλες χώρες-περάσματα στα ευρωπαϊκά σύνορα, κάνουν ξεκάθαρες τις προθέσεις της ΕΕ: να δημιουργήσει ένα τοίχος από φυλακές γύρω από το φρούριο της Ευρώπης. Αυτό το σύστημα εκμεταλλεύεται τις υπάρχουσες εξουσιαστικές δυναμικές ανάμεσα στα πιο “εύπορα” / κυρίαρχα κράτη και χώρες όπως η Ελλάδα και άλλες χώρες-σύνορα, συστηματικά αποτρέποντας με κάθε δυνατό μέσο τα άτομα που μετακινούνται να φτάσουν στα πιο ευκατάστατα και πλούσια κράτη της ηπείρου.

Η μετάβαση αυτή ταιριάζει γάντι με το γενικότερο μοτίβο αυξανόμενου ρατσισμού και φασισμού σε όλη την Ευρώπη και με την συνεχή κανονικοποίηση της καθημερινής βίας απέναντι σε άτομα που μετακινούνται. Στη βία αυτή περιλαμβάνονται οι βάναυσες κρατικές δολοφονίες των Μοχάμεντ Καμράν και Μία Χαριζούλ από μπάτσους στα ΑΤ Αγίου Παντελεήμονα και Ομόνοιας, οι ρατσιστικές επιθέσεις και τα πογκρόμ στη πόλη, όπως στα Σεπόλια, οι απολυταρχικές αλλαγές στον νέο ποινικό κώδικα και οι καθημερινές επιχειρήσεις-σκούπα που οδηγούν στη φυλάκιση κυρίως μη-λευκών ατόμων σε κέντρα κράτησης και φυλακές.

Τα κέντρα κράτησης ως πρακτική κρατικής βίας

Σε όλη την Ευρώπη, οικογένειες, παιδιά και ατομικότητες, συχνά προερχόμενα από καταστάσεις ευαλωτότητας ή βιωμένων τραυμάτων, βρίσκονται φυλακισμένα με μόνο λόγο τη μεταναστευτική τους ιδιότητα. Στην Ελλάδα, άτομα βρίσκονται έγκλειστα σε κέντρα κράτησης εξαιτίας “διοικητικών αιτιάσεων” όπως η έλλειψη χαρτιών ή ο υποτιθέμενος κίνδυνος φυγής, τα οποία επιφέρουν μέγιστη ποινή 9 μηνών με δυνατότητα επέκτασης της άλλους 9 μήνες (18 μήνες συνολικά). Εντός της διοικητικής κράτησης, τα κρατούμενα άτομα δεν έχουν συγκεκριμένη ημερομηνία αποφυλάκισης και συχνά δεν έχουν καμία πληροφόρηση για τις ίδιες τους τις υποθέσεις. Τα Προαναχωρητικά Κέντρα Κράτησης (Προ.Κε.Κ.Α.) θεωρητικά λειτουργούν για να διευκολύνουν τη διαδικασία απέλασης αλλά στην πραγματικότητα μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των κρατουμένων απελαύνονται και ουσιαστικά τα κέντρα κράτησης διευρύνουν την έννοια και την υπόσταση των φυλακών.

Παρά το γεγονός ότι πάνω από 100.000 μεταναστά κρατούνται στην Ευρώπη κάθε χρόνο, λίγα πράγματα έχουν δημοσιοποιηθεί για την πραγματικότητα εντός των κέντρων κράτησης. Με την διοίκηση τους να βρίσκεται σε κυβερνητικά χέρια, η διαφάνεια γύρω από αυτά είναι λιγοστή. Με όσα στοιχεία υπάρχουν να είναι είτε μη προσβάσιμα είτε ελλιπή και η φυσική πρόσβαση από ερευνητές και Μ.Κ.Ο. συχνά απορρίπτεται ή παρεμποδίζεται, οι φωνές των ατόμων υπό καθεστώς κράτησης συστηματικά αποσιωπώνται και καταπνίγονται. Όπως και κάθε φυλακή, υποστηρίζονται από ιδιωτικές εταιρείες όπως η διαβόητη εταιρεία προμήθειας (ακατάλληλου) φαγητού, γεγονός που οδηγεί σε προβλήματα υγείας και πολυάριθμες απεργίας πείνας. Σύμφωνα με στατιστικές έρευνες, στο τέλος του 2023 υπήρχαν 2.303 άτομα υπό διοικητική κράτηση στην Ελλάδα-και ένα σύνολο 49 ατόμων μη ένστολου προσωπικού, συμπεριλαμβανομένων διοικητικού προσωπικού και διερμηνέων, απασχολούνταν σε 6 Προ.Κε.Κ.Α. Αυτό αντιστοιχεί περίπου σε 8 άτομα προσωπικού σε κάθε προαναχωρητικό κέντρο, τα οποία είναι συχνά υπερπληθή και χωρίς μόνιμο ιατρικό προσωπικό στο καθένα που αυτά. Στο τέλος του Απριλίου του 2023, δεν υπήρχε ούτε ένας γιατρός στα κέντρα κράτησης της Αμυγδαλέζας, της Κορίνθου και της Ξάνθης. Άτομα κατήγγειλαν την επιδείνωση των συμπτωμάτων και την παρακράτηση φαρμάκων από άτομα με μακροχρόνιες νεφρικές και καρδιολογικές παθήσεις και την άρνηση παροχής ιατρικής περίθαλψης, έπειτα από περιστατικά βίας από τους μπάτσους. Επιπρόσθετα, η πρόσβαση σε ψυχολογική/ψυχοκοινωνική υποστήριξη είναι απίστευτα περιορισμένη εντός των Προ.Κε.Κ.Α. Παρά τα γνωστοποιημένα περιστατικά έντονης ψυχολογικής βίας, αυτοτραυματισμού και αποπειρών αυτοκτονίας, τα κρατούμενα άτομα στερούνται την δυνατότητα πρόσβασης σε ψυχολόγους και αντ’ αυτού συχνά επιτείνεται η τιμωρία τους με την επέκταση των ποινών τους, μέσα στις ίδιες συνθήκες όπου προκλήθηκε το τραύμα.

Καθώς τα περισσότερα κρατούμενα άτομα βρίσκονται εκεί λόγω έλλειψης νομιμοποιητικών εγγράφων, οι προβλεπόμενες διαδικασίες αίτησης ασύλου διενεργούνται εντός των κέντρων κράτησης. Δεν υπάρχει πρόσβαση σε δωρεάν νομική υποστήριξη και η πλειοψηφία των ατόμων έχει στη διάθεσή της μόνο έναν μεταφραστή κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ασύλου. Το σύνολο των αιτήσεων άσυλο, από άτομα χωρίς νομική υποστήριξη, απορρίπτεται. Η συστηματική αυτή απόρριψη των προσφυγών έρχεται να επιτείνει την περαιτέρω τραυματοποίηση των ατόμων που έχουν διενεργήσει τις διαδικασίες ασύλου σε ένα μέρος πόνου και βασανισμού δίχως να έχουν την δυνατότητα επαρκούς καθοδήγησης να προσκομίσουν τα απαραίτητα στοιχεία υπεράσπισής τους. Το αποτέλεσμα αυτού είναι ότι, ακόμα και μετά την αποφυλάκισή τους, παραμένουν σε ένα άτυπο, ενδεχομένως χειρότερο, καθεστώς γραφειοκρατικής ομηρίας, το οποίο είχε, αρχικά, οδηγήσει στον μέχρι πρότινος φυσικό εγκλεισμό τους.

“Θέλουμε να φύγουμε. Κρατούμαι 5 μήνες τώρα και έχουν απορρίψει την αίτηση ασύλου μου δύο φορές. Θα συνεχίσουμε. Η ρατσιστική κυβέρνηση είναι πολύ σκληρή και έχει βλάψει πολλούς καλούς ανθρώπους. Θέλουμε να φύγουμε από εδώ.”

Κρατούμενος απεργός πείνας στην Αμυγδαλέζα (5/2024)

Τα άτομα υπό κράτηση αντιμετωπίζουν την συστηματική και καθημερινή χρήση σωματικής και ψυχολογικής βίας. Μαρτυρίες αναφέρουν ότι η απομόνωση και όπλα ηλεκτρικής εκκένωσης χρησιμοποιούνται ως μέσα απόκρυψης περιστατικών κακοποίησης. Το Μάρτιο του 2024, τέσσερις αστυνομικοί από το Προ.Κε.Κ.Α. της Αμυγδαλέζας είχαν κατηγορηθεί για βασανισμό και για συνέργεια σε βασανισμό. Υπάρχουν συχνές καταγγελίες κακομεταχείρισης κρατουμένων πως αναγκάζονται να μοιράζονται το ίδιο κρεβάτι παραπάνω από ένα άτομα ή να κοιμούνται στο πάτωμα. Υπερπληθυσμός, ερειπωμένοι χώροι διαβίωσης, μη πόσιμο νερό, άθλιες τουαλέτες και συνθήκες υγιεινής, καθώς και επιδρομές κοριών και κατσαρίδων είναι μερικά μόνο παραδείγματα της πραγματικότητας εντός των κέντρων κράτησης. Στο Προ.Κε.Κ.Α. της Κορίνθου κρατούμενα μαρτυρούν ότι το δικαίωμα προαυλισμού τους συνεχώς καταπατείται, με μόνο τέσσερις ώρες τη μέρα εκτός των ασφυκτικών κελιών τους και δεν έχουν καμία πρόσβαση στην εκπαίδευση, σε βιβλιοθήκες ή άθληση. Οι συνθήκες εντός των κέντρων κράτησης είναι πιο υποβαθμισμένες ακόμα και από αυτές των “κανονικών” φυλακών, ενισχύοντας ακόμα παραπάνω το καθεστώς apartheid, την απανθρωποποίηση και τον αποκλεισμό που στερεί από τα μεταναστά πρόσβαση σε στέγαση, δομές υγείας και εργασία.

Καταστολή μέσω της επιτήρησης

Το μοτίβο αυτό γίνεται έκδηλο στα νέα κέντρα κράτησης κλειστού τύπου στην Σάμο και στην Λέσβο. Εκεί η υπερβολική χρήση συστημάτων παρακολούθησης συμπληρώνει τις παραδοσιακές δομές, όπως φράχτες και ακιδωτά συρματοπλέγματα, σχεδιασμένα όχι μόνο για έλεγχο (φυσικής) κίνησης αλλά Προ.Κε.Κ.Α. και για την καταπίεση των ατόμων με την αισθητική της φυλάκισης. Η εικόνα των ατόμων που ζουν σε αυτά τα κέντρα κράτησης καθώς και οι σκληρές συνθήκες, χρησιμοποιούνται σαν εργαλείο -συχνά προωθούμενο από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης- για την προώθηση ενός αφηγήματος που εξισώνει τους μετανάστες με εγκληματίες ή ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας. Αυτό αποτελεί την νέα διευρυμένη έννοια του φυλετικού ταξικού συστήματος της Ελλάδας, ενός συστήματος που έχει εγκαθιδρυθεί μέσω της καταπίεσης και της εργαλειοποίησης των Ρομά και αλβανικών πληθυσμών τις τελευταίες δεκαετίες.

“Είμαστε 4 άνθρωποι στο κέντρο κράτησης Κορίνθου και απαιτούμε να δοθεί ένα τέλος στον ρατσισμό ενάντια σε οποιονδήποτε/οποιαδήποτε επιδιώκει να είναι ελεύθερος. Δεν θέλουμε μάχη ή ρατσισμό. Απαιτούμε από την κυβέρνηση να μας δώσει πίσω την ελευθέρια που μας στέρησε, με ότι αυτό συνεπάγεται. Φύτεψαν το σπόρο του μίσους και της βίας. Περιμένουμε περισσότερους ανθρώπους να στηρίξουν τον αγώνα μας και την απεργία πείνας που έχουμε ξεκινήσει εδώ και τέσσερις μέρες ήδη. Αρνούμαστε να τραφούμε από το χέρι του ρατσισμού, αρνούμαστε να τραφούμε από τη φυλακή. Ζητάμε την ελευθερία που τόσοι και τόσοι άνθρωποι χαίρονται. Δεν έχουμε διαπράξει εγκλήματα. Δεν θα ανταποδώσουμε στην κυβέρνηση και το κέντρο κράτησης με την ίδια βία που μας έχουν δείξει. Ελευθερία ή θάνατος.”

Δήλωση των τεσσάρων απεργών πείνας του κέντρου κράτησης Κορίνθου (05.2024)

Κοινωνικές Επιδράσεις

 Οι περισσότεροι άνθρωποι που δεν επαναπροωθούνται κρατούνται είτε αμέσως μετά τη διέλευση των συνόρων είτε κατά τη διάρκεια αστυνομικών επιχειρήσεων με ρατσιστικά κίνητρα στις πόλεις (επιχειρήσεις σκούπα). Οι φυλακές είναι ένα θεμελιώδες εργαλείο ενός κράτους που επιδιώκει να ενσταλάξει φόβο και να επιβάλει τιμωρία, και τα κέντρα κράτησης εφαρμόζουν την ίδια βία σε όσα έχουν περάσει τα σύνορα ή προσπαθούν να χτίσουν μια ζωή στην Ελλάδα. Αποτελούν παράδειγμα της απομάκρυνσης της ΕΕ από τα φιλανθρωπικά της προσχήματα, θεσμοποιώντας πλέον κατάφωρα την ποινικοποίηση των αιτούντων άσυλο. Στην Ελλάδα, όπως και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, το κράτος χρησιμοποιεί αυτήν την ποινικοποίηση για να δημιουργήσει ένα εθνοκράτος, κάνοντας τη ζωή των μη λευκών ανθρώπων απίστευτα δύσκολη, λόγω αστυνομικής παρενόχλησης, μεροληπτικής αναφοράς στα μέσα ενημέρωσης και κοινωνικού ρατσισμού, που αντιμετωπίζουν στην απασχόληση, τη στέγαση και την υγειονομική περίθαλψη. Αυτός ο ρατσισμός δεν είναι απλώς ένα «πλαίσιο».

Είναι μια στοχευμένη πολιτική που κατευθύνεται από το κράτος, θεσπίζεται από μπάτσους, ενισχύεται από τα μέσα ενημέρωσης και εφαρμόζεται κοινωνικά. Η σύγχρονη μεταναστευτική πολιτική στην Ελλάδα και την ΕΕ βασίζεται στη μείωση μιας τεράστιας ποικιλίας ατόμων σε μια ετικέτα: «μετανάστης», που ισοδυναμεί με αποπροσωποποίηση και φυλετική ταυτοποίηση. Αυτή η ομαδοποίηση διαφορετικών ατόμων που ενώνονται μόνο από την εθνικότητα ή το χρώμα του δέρματος είναι κραυγαλέος ρατσισμός. Αυτή η ετικέτα έχει μετατοπιστεί κατά την τελευταία δεκαετία από το “πρόσφυγας”, ένας όρος συνώνυμος με το θύμα, στο “μετανάστης”, που υποδηλώνει μια επιλογή που υποκινείται κυρίως από οικονομικούς παράγοντες. Αυτή η φυλετική επισήμανση επηρεάζει σκόπιμα κάθε μη λευκό άτομο που ζει σε αυτές τις χώρες για πολλά χρόνια ή είναι κάτοικος δεύτερης ή τρίτης γενιάς, διευρύνοντας αυτούς που στοχεύουν να συμπεριλάβουν οποιοδήποτε μη λευκό άτομο, ανεξάρτητα από το μεταναστευτικό του καθεστώς.

Προς την κατάργηση: Διάλυση ετικετών και οικοδόμηση αλληλεγγύης

Ο ρατσισμός κεφαλαιοποιείται για να εξυπηρετήσει διάφορους σκοπούς. Ενώ δέχονται επίθεση για την ύπαρξή τους και χρησιμοποιούνται ως αποδιοπομπαίοι τράγοι για τις πολιτικές εξαθλίωσης του κράτους, οι άνθρωποι που μετακινούνται υφίστανται εκμετάλλευση στα χωράφια, στα εργοστάσια, στις αποθήκες και στα εργοτάξια. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ένα άτομο μπορεί να αποφυλακιστεί από τα κέντρα κράτησης επειδή είχε ή έχει λάβει σύμβαση εργασίας, ανεξάρτητα από το καθεστώς του. Αυτή η κυνική προσέγγιση αποτελεί τη ραχοκοκαλιά κάθε σημερινής ευρωπαϊκής κοινωνίας: μια εκμεταλλευόμενη τάξη. για τα αφεντικά και το κράτος, είτε φυλακισμένων σε κελί είτε στην εργασία.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όλα τα άτομα που φυλακίζονται σε κέντρα κράτησης είναι πολιτικά κρατούμενα, είτε πέρασαν τα σύνορα είτε περπάτησαν στο δρόμο χωρίς έγγραφα, επειδή είναι «παράνομα» από το σύστημα, αλλά αψηφούν το ίδιο σύστημα που τα έχει ονομάσει, έτσι. Αμφισβητούν ένα στάτους κβο αιώνων που έχει διαιωνίσει διακριτικά την ιδέα ότι η τρέχουσα κατάσταση των πραγμάτων είναι αναπόφευκτη και απαραίτητη. Τέτοια αντίσταση δεν υπάρχει μόνο στις πολυάριθμες απεργίες πείνας, τις διαδηλώσεις και τις ταραχές ή την καταπολέμηση της αστυνομικής βίας. Αντίσταση υπάρχει στην καθημερινή πρακτική ύπαρξης και ορατότητας. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 10 ετών, είδαμε και δράσαμε σε έναν κόσμο χωρίς ιθαγένεια, χωρίς σύνορα, γεμάτο ανθρώπινη ζωή και με όλη τη ζωή σε δημιουργία, σε αντιέθνη αλληλεγγύης και αυτοοργάνωσης.

Επομένως, η αλληλεγγύη σε μια τέτοια αντίσταση είναι πολύπλευρη και δεν πρέπει να περιορίζεται σε διαδηλώσεις και πολύ-δοκιμασμένες δράσεις μας, πρέπει να ξεκινήσει με την εξάρθρωση της επιβεβλημένης από το κράτος ετικέτας «μετανάστης» και των εξίσου ευνοϊκών συνδηλώσεων της ετικέτας «πρόσφυγας» και να δούμε ότι οι πόλεις μας αποτελούνται από διαφορετικούς ανθρώπους από διαφορετικά υπόβαθρα, τάξεις και νοοτροπίες.

Το να κηρύξουμε όλους τα κρατούμενα των κέντρων κράτησης πολιτικά κρατούμενα δε σημαίνει ότι αντιστρέφουμε τα ίδια τα προβλήματα απο-ατομικοποίησης του όρου «μετανάστης». Σημαίνει να προσθέσουμε φωνές στο κίνημα κατάργησης, ενάντια στο ρόλο που παίζουν οι φυλακές στην κοινωνία μας. Εάν θεωρούμε τα άτομα ως μη γεννημένα ελεύθερα, παγιδευμένα από τις περιστάσεις και το πλαίσιο, τότε τα κέντρα κράτησης αποτελούν το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα τιμωρίας για την ύπαρξη.

Το 2024 δεν βρισκόμαστε πλέον σε μια κατάσταση όπου η αλληλεγγύη σημαίνει ενέργειες που βασίζονται αποκλειστικά στο άνοιγμα καταλήψεων κατοικιών και στην προσφορά υλικής αμοιβαίας βοήθειας, επειδή η αφήγηση και το πλαίσιο έχουν αλλάξει. Η ρητορική του νόμου και της τάξης της Νέας Δημοκρατίας που επιτίθεται σε ελεύθερους χώρους και επιδιώκει να φυλακίσει εκατοντάδες μέσω του νέου ποινικού κώδικα είναι αλληλένδετη με εύπλαστες ρατσιστικές μεταναστευτικές πολιτικές γιατί ο στόχος είναι ο ίδιος: ο έλεγχος και η υποταγή της κοινωνίας μέσω του φόβου και της βίας. Φυσικά, υπάρχουν διαφορές και υπάρχουν εμπόδια στη σύνδεση και την οικοδόμηση κοινοτήτων και υπάρχουν αγώνες που φαντάζουν πιο μακρινοί. Ωστόσο, όλοι οι αγώνες μας πρέπει να γίνουν πιο αλληλένδετοι και διασταυρούμενοι εάν θέλουμε να αποφύγουμε την αναπαραγωγή της ίδιας αφήγησης και γλώσσας ενός κράτους που επιδιώκει τον έλεγχο μόνο μέσω της βίας και της καταπίεσης.


Fire to the  Prisons: Detention Centres and the Violent and Racist State-Practice Towards Migration

Migration is a journey that is subjective, complex, and the direct result of the European war machine, neo-colonialism, violence, and exploitation. It is characterized by uncertainty and disruptions. These disruptions are mainly due to a complex of policies and institutions enabling different forms of violence with the main objective of deterrence. The last 10 years have seen a gradual and decisive expansion and escalation in the European migration policy, explicitly and more aggressively targeting people on the move. The physical and psychological violence emanating from borders and institutions is deliberately extended to the entire journey of migration through the comprehensive EU strategy of externalization and securitization of migration, with imprisonment as a central instrument.

The agreements between the EU and important transit countries show this development: deals with Turkey, Libya, and Tunisia aim to prevent border crossings and actively support local police, militia, and paramilitary structures in violently arresting and imprisoning people on the move. This externalization of migration goes hand in hand with increasing violence at the borders through daily pushbacks, state murders like in Pylos in 2023 and many others, and a broader militarization of borders and their institutions. The people on the move who reach Europe despite this deterrence are increasingly criminalized in various ways so that they can be locked up again: sometimes under the accusation of people smuggling, for which 20% of the prison inmates in Greek jails serve time, and other times in administrative detention centres.

Greece’s war on migrants in the European context

Greece’s system of oppression against migrants must be understood within the broader European context. Over the past decade, despite changes in political leadership, the Greek state has constructed a systematic framework of oppression that is now fully taking shape. Within this framework, imprisonment serves as a central strategic tool, marking a decisive shift from Greece as a transit country to a prison state within the European border and migration complex. The establishment of Greece as Europe’s prison for migrants, along with agreements with transit countries at Europe’s borders, make clear the EU’s intentions: to create a wall of prisons around fortress Europe. This system exploits the power dynamics between the more ‘affluent’/ dominant states and countries like Greece and other border nations, systematically preventing people on the move from reaching the continent’s most prosperous and wealthy nations, by any means necessary.

This shift fits within broader patterns of rising racism and fascism across Europe and the ongoing normalisation of daily violence against people on the move. This includes the brutal state murder of Mohammed Kamran and Mia Harizul by cops in the police station of Agios Pantelaimonas and Omonoia, racist attacks and pogroms in the city, like in Sepolia, authoritarian shifts in the new penal code, and daily sweeping operations that lead to the imprisonment of predominantly people of colour in detention centres and prisons.

Detention Centres as a Violent State-Practice

Across Europe, children, families, and individuals, often with pre-existing situations of vulnerability or traumas, are detained solely because of their migration status. In Greece, people are incarcerated in detention centres due to ‘administrative procedures’ such as a lack of documents or supposed flight risk, which carry with it a maximum sentence of 9 months, with the possibility for it to be extended for another 9 months (18 months in total). Within administrative detention, detainees have no definite release date and often have no information on their own cases. Pre-Removal Detention Centres (PRDCs) supposedly function to facilitate deportation, but, in reality, only a tiny percentage of detainees are deported and instead PRDCs act to expand the capacities of prisons.

Despite the fact that more than 100,000 migrants are detained in Europe every year, there is still little public knowledge of what happens inside detention centres. Government management of these sites lacks transparency. Data is inaccessible or incomplete, and physical access by researchers and NGOs is often denied or limited, while prisoners’ voices are systematically silenced while in detention. As with all prisons, detention centres are supported by private companies who provide, among other things, the infamous inedible food that leads to poor health and numerous hunger strikes.

According to statistics, at the end of 2023 there were 2,303 people administratively detained inGreece – and a total of 49 non-police staff including administrative staff and interpreters deployed across six PRDCs. This amounts to approximately eight staff members for each pre-removal centre, which are frequently overcrowded and without permanent medical staff on site. At the end of April 2023, neither Amygdaleza, Corinth nor Xanthi had a single doctor present in the centres. Individuals reported the worsening of symptoms and the with-holding of medicine for people with long-term kidney and heart conditions, and the denial of medical care following incidents of abuse by the cops. Likewise, access to psychological support is extremely limited in PRDCs. Despite reporting severe psychological distress, self-harm, and suicide attempts, detainees are denied access to psychologists and instead are often punished by extending their sentence in the very conditions which caused the trauma.

As most people within detention centres are there due to a lack of documents, detainees attend asylum interviews within the prisons. There is no access to free legal aid within PRDCs and the majority of people attend asylum interviews with only an interpreter. There is a 100% rejection rate of claimants who do not have a lawyer. Added to the trauma of taking interviews in a place of torture and with no guidance or ability to produce proof to accompany asylum claims, appeals are systematically rejected. This means that when people are released, they leave in exactly the same, if not worse, bureaucratic position, which lead to their imprisonment in the first place.

“We want to leave. I’ve been detained for 5 months now and they’ve refused my asylum claim twice. We continue. The racist government is very harsh and it has harmed many good people. We want to get out of here.”

Hunger striker in Amygdaleza 05/2024

Detainees face the systematic and routine use of physical and psychological violence. Testimonies refer to the use of isolation to conceal acts of abuse and the use of Electric Discharge Weapons. In March 2024, charges of torture and complicity to torture were brought against four law enforcement officers at Amygdaleza PRDC. There are frequent reports of prisoners being forced to share beds or sleep on the floor. Prisoners frequently experience overcrowded conditions, dilapidated containers, undrinkable water, disgusting toilets and bed bug and cockroach infestations.. In Korinthos PRDC detainees said they were allowed out of their confined spaces for as little as four hours a day and have no access to anything resembling education, libraries, or training. Detention centres fall even below the ‘standard’ of normal prisons, further re-enforcing the dehumanising apartheid structure which denies migrants access to housing, health structures, and jobs.

Oppression Through Surveillance

This pattern is mirrored in the new closed camps on Samos and Lesbos, where excessive surveillance technology complements traditional infrastructure like fences and barbed wire, designed to not only control physical movement but also to oppress individuals with the aesthetics of imprisonment visually. The images of people living in these prison camps, alongside the harsh conditions in PRDCs, serve as a tool — often promoted by the media — to reinforce the narrative that equates migrants with criminals and lesser human beings. This is an expansion of Greece’s racial class system, a system that has been cemented through the marginalisation and oppression of Roma people and Albanians over the last decades.

We are 4 people at Korinthos detention centre demanding an end to racism against people and against everyone who wants freedom. We do not like fights or racism. We demand freedom from the government that took from us everything sweet and good for us and for others. They plant hatred and violence. We expect more people to join the hunger strike. This is our fourth day on strike and we will not eat anything from the hand of racism. We do not want to eat or drink from prison. We want freedom like the people and people we see. We have not committed mistakes or crimes for our pursuers as well. We will not treat the government and this detention situation with the violence and hatred they do to us. Death or freedom.”

Statement of 4 hunger strikers in Korinthos detention centre 05/2024

Social Effects

Most people who are not pushed back are detained either directly after crossing the border or during racially motivated police operations in the cities (sweeping operations).Prisons are a fundamental tool of a state that seeks to instil fear and administer punishment, and detention centres enact this same violence on those who have crossed borders or are trying to build a life in Greece.They exemplify the EU’s shift away from its charitable pretences, now blatantly institutionalising the criminalisation of asylum seekers. In Greece, as in many European countries, the state uses this criminalisation to create an ethno-state, making life for people of colour incredibly difficult due to police harassment, biased media reporting, and societal racism faced in employment, housing, and healthcare. This racism is not just a ‘context’; it is a targeted policy directed by the state, enacted by cops, bolstered by the media, and implemented socially.

The contemporary migration policy in Greece and the EU is based on reducing a massive variety of individuals to one label: ‘migrant’, that equates to depersonalisation and being racially identifiable. Such grouping of diverse individuals united only by nationality orskincolour is blatant racism.This label has shifted over the last decade from “refugee”, a term synonymous with victimhood, to “migrant”, which suggests a choice primarily motivated by economic factors. Thisracial-labelling intentionally impacts any person of colour who has lived in these countries for many years or are second- or third-generation residents, broadening those targeted to include any person of colour, regardless of their migration status.

Towards Abolition: Dismantling Labels and Building Solidarity

Racism is capitalized on to serve various purposes. While being attacked for their existence and used as scapegoats for the state’s policies of impoverishment, people on the move are exploited in the fields, the factories, the warehouses, and construction sites. In some cases, a person can be released from detention centres because they have or obtain a work contract, regardless of their status. This cynical approach forms the backbone of every current European society: an exploited class for the bosses and the state either imprisoned in a cell or at work.

This is why every person imprisoned in detention centres is a political prisoner, whether they crossed borders or walked the street without documents because they are ‘illegalised’ by the system but defy the very same system that has named them. They challenge a centuries-old status quo that has subtly perpetuated the idea that the current state of things is inevitable and necessary. Such resistance doesn’t only exist in the numerous hunger strikes, demonstrations, and riots, or fighting police violence. Resistance exists in the daily practice of existence and visibility. Over the last 10 years, we have seen and acted in a stateless, borderless, human-full, and all-life-full world in the making, in anti-nations of solidarity and self-organization.

Solidarity in such resistance is therefore multi-faceted and should not be restricted to demonstrations and our well-trodden actions, it must start with the dismantling of the state-imposed label ‘migrant’ and the equally patronising connotations of ‘refugee’ and see that our cities are made up of different people from different backgrounds, class, and mentalities.

To declare all prisoners of detention centres political prisoners does not mean that we invert the same de-individualising problems of the term ‘migrant’. It is to add voices to the abolitionist movement against the role prisons play in our society. If we view individuals as not born free, trapped by circumstance and context, then detention centres present the clearest example of punishment for existence.

In 2024 we are no longer in a situation where solidarity means actions solely based on opening housing squats and offering material mutual aid because the narrative and the context have changed. New Democracy’s rhetoric of law and order which attacks free spaces and seeks to imprison hundreds through the new penal code is interconnected with malleable racist migration policies because the goal is the same: the control and submission of society through fear and violence. Of course, there are differences and there are hurdles to connection and building communities and there are struggles that feel more distant. However, all our struggles must become more interconnected and intersectional if we are to avoid replicating the same narrative and language of a state that only seeks control through violence and oppression.